Πολύ περιεκτική κι ενδεικτική παρουσίαση βασικών αρχών, σε επιλεγμένα σημεία, για μία ορθότερη διατύπωση του λόγου.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΝΙΣΜΟΥ
@ Τόνο παίρνει κάθε λέξη που έχει δύο ή περισσότερες συλλαβές, ακόμη κι όταν παρουσιάζεται ως μονοσύλλαβη ύστερα από έκθλιψη ή αποκοπή, όχι όμως κι όταν έχει χάσει το τονισμένο φωνήεν από αφαίρεση. Π.χ.: μέσ’ από, μήτ’ αυτός, κάν’ το, θα ‘θελα, μου ‘πε.
@ Οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν τονίζονται. Θεωρούνται μονοσύλλαβες και δεν τονίζονται οι λέξεις που λέγονται με συνίζηση. Π.χ.: μια, γεια, ποιος, γιος, βιος.
@ ΠΡΟΣΟΧΗ: Μερικές λέξεις τονίζονται ή όχι ανάλογα με την προφορά ή τη σημασία τους. Π.χ.: «δυο» (1 συλλαβή) αλλά «δύο» (2 συλλαβές), «ποιον βλέπεις» αλλά «το ποιόν του φίλου».
@ Μία μονοσύλλαβη προστακτική, ακόμα κι όταν ακολουθείται από δύο εγκλιτικά, ΔΕΝ τονίζεται. Π.χ.: «βρες μου το» (κι όχι «βρές μου το»).
Εξαιρούνται και τονίζονται οι εξής μονοσύλλαβες λέξεις:
α) ο διαζευκτικός σύνδεσμος ή (π.χ.: ο Γιώργος ή ο Γιάννης)
β) τα ερωτήματα πού και πώς, είτε βρίσκονται σε ευθεία ερώτηση (π.χ.: «Πώς σε λένε;»), είτε βρίσκονται σε πλάγια ερώτηση (π.χ.: Δεν ξέρω πού να πάω), είτε σε περιπτώσεις όπως: πού και πού, από πού κι ως πού, αραιά και πού, περιμένω πώς και πώς.
@ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Τα που και πως δεν τονίζονται όταν δεν είναι ερωτηματικά, όταν δηλαδή το που είναι αναφορική αντωνυμία, αναφορικό επίρρημα ή σύνδεσμος και το πως είναι ειδικός σύνδεσμος
γ) οι αδύνατοι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών (μου, σου, του, της, τον, την, το, μας, σας, τους, τα)
@ Ο τόνος του εγκλιτικού ο οποίος ακούγεται στη λήγουσα των προπαροξύτονων λέξεων σημειώνεται. Π.χ.: χάρισμά σου
@ Οι λέξεις που γράφονται με κεφαλαία γράμματα δεν τονίζονται. Π.χ.: ΣΧΟΛΕΙΟ. Εξαιρείται το διαζευκτικό ή. Π.χ.: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ.
@ Ο τόνος των εγκλιτικών λέξεων χάνεται:
i. όταν η προηγούμενη λέξη τονίζεται στη λήγουσα (π.χ. η γιαγιά σου)
ii. όταν η προηγούμενη λέξη τονίζεται στην παραλήγουσα (π.χ. η μητέρα της)
@ Ο τόνος των εγκλιτικών ανεβαίνει, όταν η προηγούμενη λέξη τονίζεται στην προπαραλήγουσα (π.χ.: φέρετέ μου)
ΤΟ ΚΟΜΜΑ
Χωρίζουμε με κόμμα:
1. Λέξεις ασύνδετες μεταξύ τους που ανήκουν στο ίδιο μέρος του λόγου
2. Όμοιες προτάσεις ασύνδετες μεταξύ τους
3. Την κλητική προσφώνηση από την υπόλοιπη πρόταση
4. Ένα επίρρημα, όταν βρίσκεται στην αρχή μιας πρότασης
5. Την παράθεση και την επεξήγηση
6. Τις δευτερεύουσες προτάσεις από τις κύριες
Δε χωρίζουμε με κόμμα:
α)Τις ειδικές προτάσεις (αυτές που εισάγονται με τους ειδικούς συνδέσμους ότι, που, πως).
β) Τις διστακτικές ή ενδοιαστικές προτάσεις (αυτές που εισάγονται με τους διστακτικούς συνδέσμους μη(ν), μήπως).
γ) Τις προτάσεις που αρχίζουν με το να.
δ) Τις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις.
ε) Προτάσεις που συνδέονται με τους συμπλεκτικούς συνδέσμους και, ούτε, μήτε.
στ) Προτάσεις που συνδέονται με τους διαχωριστικούς συνδέσμους ή, είτε.
ζ) Μία αναφορική πρόταση όταν αυτή αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της κύριας πρότασης
ΤΟ ΤΕΛΙΚΟ –ν
Σε μερικές λέξεις το τελικό –ν άλλοτε διατηρείται κι άλλοτε χάνεται.
Πότε διατηρείται το τελικό –ν; Όταν:
I. Η ακόλουθη λέξη αρχίζει από φωνήεν
II. Η ακόλουθη λέξη αρχίζει από στιγμιαίο σύμφωνο: κ, π, τ, μπ, ντ, γκ, τζ, τσ
III. Η ακόλουθη λέξη αρχίζει από διπλό σύμφωνο: ξ, ψ
Πότε χάνεται το τελικό –ν; Όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από εξακολουθητικό σύμφωνο: β, γ, δ, ζ, θ, λ, μ, ν, ρ, σ, φ, χ.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Δε χάνουν ποτέ το τελικό –ν:
1. Το άρθρο των.
2. Η προσωπική αντωνυμία του τρίτου προσώπου αυτόν, τον.
3. Το τροπικό επίρρημα σαν.
Πολύς – Πολύ
1. Από το επίθετο πολύς παράγεται το επίρρημα πολύ. Το επίρρημα πολύ μπαίνει μπροστά από επίθετο ή από άλλο επίρρημα για να σχηματίσει τον υπερθετικό βαθμό των παραθετικών ή συνοδεύει ρήμα.
Π.χ.: Είσαι πολύ κομψή μ’ αυτό το φόρεμα.
Ήρθε πολύ αργά και δεν πρόλαβε.
Έφαγα πολύ.
2. Το επίθετο πολλή μπαίνει πάντα μπροστά από θηλυκό ουσιαστικό. Αν όμως ακολουθεί θηλυκό επίθετο, τότε μπαίνει το επίρρημα πολύ.
Π.χ.: Ρίχνει πολλή βροχή. (ακολουθεί θηλυκό ουσιαστικό)
Ρίχνει πολύ δυνατή βροχή. (ακολουθεί θηλυκό επίθετο)
ΜΕΣΑ- ΜΕΣ
Το επίρρημα μέσα, όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν, μπορεί να γραφτεί μεσ’.
Όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από σ, το μέσα μπορεί να γραφτεί μες.(π.χ.: μες στο δρόμο).
Η σύνταξη με απλή αιτιατική είναι λανθασμένη. (όχι μες το σπίτι, ούτε μέσ’ το σπίτι, αλλά μες στο σπίτι).
- Τελεία: Το νόημα έχει ολοκληρωθεί
- Άνω Τελεία:
- Υπάρχει νοηματική αυτοτέλεια στο συγκεκριμένο τμήμα του λόγου αλλά αυτή θα ολοκληρωθεί με όσα θα ακολουθήσουν (μέχρι την τελεία).
- Είναι μία μικρή παύση του λόγου που συμπληρώνει ή διασαφηνίζει το νόημα της προηγούμενης περιόδου.
- Μπορεί να συμβάλει στο χωρισμό μίας φράσης σε δύο μέρη (ίσως αντίθετα).
- Να γίνει μέσο παράθεσης ή απαρίθμησης στοιχείων.
- Εισαγωγικά:
- Εντός αυτών καταγράφονται τα λόγια προσώπου που αναφέρονται κατά λέξη
- Ξεχωρίζουν λέξεις – φράσεις – ρητά που δεν ανήκουν μέσα στη συνηθισμένη γλώσσα.
- Με αυτά δηλώνονται ειδικοί όροι, επιστημονικοί όροι, τίτλοι έργων.
- Με τη μορφή του σχολίου μπορούν να δηλώνουν ειρωνεία, αμφισβήτηση – σχετικοποίηση νοήματος, έμφαση, μεταφορική χρήση λέξης.
- Αποσιωπητικά:
- Δείχνουν πως αποσιωπούμε κάτι, πως η φράση κι ο λόγος είναι ανολοκλήρωτα.
- Με τη μορφή σχολίου μπορεί να σημαίνουν περιφρόνηση, δισταγμό, ειρωνεία, απειλή, ντροπή, συγκίνηση.
- Διπλή Παύλα:
- Απομονώνει ένα μέρος της φράσης, το οποίο, όμως, δεν είναι τόσο επουσιώδες (ασήμαντο) ώστε να τεθεί σε παρένθεση.
- Εμφαντικά προβάλλεται αυτό το τμήμα της φράσης κι είναι αναγκαίο για τη νοηματική πληρότητα του λόγου.
- Άνω και Κάτω Τελεία:
- Βρίσκονται μπροστά από τα λόγια που αναφέρονται κατά λέξη.
- Μπροστά από γνωμικό, παροιμία, ορολογία, ευθύς λόγος.
- Μπροστά από απαρίθμηση, ερμηνεία και συμπέρασμα.
- Ερωτηματικό:
- Έκφραση απορίας.
- Σα σχόλιο μέσα σε παρένθεση μπορεί να σημαίνει ειρωνεία, αμφιβολία, αυτονόητο (ρητορική ερώτηση).
- Θαυμαστικό:
- Δηλώνει θαυμασμό, έκπληξη, χαρά, φόβο.
- Ως σχόλιο μέσα σε παρένθεση σημαίνει: απορία, αμφιβολία, ειρωνεία, από/(επί) δοκιμασία.
- Παρένθεση:
- Συμπληρώνει κι επεξηγεί απόψεις ή όρους με στοιχεία, τα οποία είναι δευτερευούσης σημασίας και θα μπορούσαν να παραλειφθούν.
- Δηλώνονται παραπομπές.
- Παύλα: Στο διάλογο δείχνει την εναλλαγή των προσώπων.
- Κόμμα:
- Διαχωρίζει όμοιους όρους (ασύνδετο).
- Παράθεση – επεξήγηση.
- Κλητική προσφώνηση.
- Δευτερεύουσες προτάσεις.
- Παρένθετες προτάσεις.